Η επιτυχία του με τις μυρμηγκοφωλιές τον ενθάρρυνε να αναζητήσει κι άλλα, πιο επικίνδυνα, αντικείμενα έρευνας. Έτσι, μια ανοιξιάτικη Κυριακή, περπατώντας στο δάσος ανακάλυψε πάνω σ΄ένα δέντρο μια τεράστια σφηκοφωλιά φτιαγμένη από ξεραμένη λάσπη. Είχε τη μορφή μπουκάλας, τοποθετημένης οριζόντια με τον πάτο να εφαρμόζει στον κορμό και το στόμιο να προεξέχει. Οι σφήκες είχαν σχηματίσει με λάσπη ένα μεγάλο δαχτυλίδι πάνω στον κορμό. Στα χείλη του δαχτυλιδιού είχαν προσαρμόσει ένα δεύτερο δαχτυλίδι ελαφρώς μικρότερο, ύστερα ένα τρίτο και ούτω καθεξής μέχρι την είσοδο της φωλιάς – το στόμιο της μπουκάλας- που ήταν αρκετά μικρό ώστε να μην χωράνε να περάσουν ταυτόχρονα πάνω από μια-δύο σφήκες. Ο Δημήτρης θαύμασε την απόλυτη συμμετρία του σχήματος και αναρωτήθηκε ξανά ποια δύναμη, ποιος αρχιτέκτονας είχε καθοδηγήσει αυτές τις σφήκες να κατασκευάσουν ένα τόσο τέλειο στερεό. Και τι δεν θα 'δινε για να μπορέσει να ρίξει μια ματιά στο εσωτερικό της φωλιάς. Όταν όμως δοκίμασε να πλησιάσει, ένα σμάρι από σφήκες πετάχτηκε μέσα από το μικρό στόμιο και τον πήρε στο κυνήγι. Γλίτωσε με καμιά δεκαριά τσιμπήματα μόνο, στα χέρια και στο σβέρκο. «Έπρεπε να με δεις», μου είπε γελώντας, όταν, πολλά χρόνια μετά, μου αφηγήθηκε το περιστατικό, «μπανταρισμένο και πασαλειμμένο με τις κρέμες της Γκιουζέπα, να προσπαθώ με πρησμένα χέρια, κλεισμένος στη σοφίτα μου, να σχεδιάσω από μνήμης τη φωλιά. Έτρεμα μήπως και ξεχάσω την εικόνα της, γιατί ήξερα πως δεν θα τολμούσα ξανά να την πλησιάσω». Μιχαηλίδης, Τ. (2012). Ο Μέτοικος και η Συμμετρία. Αθήνα: Εκδόσεις Πόλις. σελ. 89-90 |